
Ακούστε το:
Δοκιμάζουμε, οι μαθητές μου κι εγώ, να "συνεχίζουμε" και ηλεκτρονικά το μάθημα που αρχίσαμε στην τάξη. Να παραθέτουμε στοιχεία συμπληρωματικά και υλικό, πραγματολογικό και ερμηνευτικό, που δεν προλάβαμε να "απλώσουμε" στην τάξη. Να σχολιάζουμε και να επιλύουμε απορίες, να συζητάμε, να φωτίζουμε σημεία των κειμένων, αλλά και ελεύθερα να διατυπώνουμε τις γνώμες μας. Και, επιτέλους, να πάμε στις εξετάσεις αγαπώντας τη λογοτεχνία! e-MAIL ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ:dmanesis@otenet.gr
(…) Τους κύκλους της σιωπής του ο Νικηφόρος τους έκλεινε συνήθως μ’ ένα βροντώδη αναστεναγμό που συνοδευόταν από το επιφώνημα, «Ωχ, Θε μου». Έμοιαζε με τη βαθιά εκπνοή του κολυμβητή τη στιγμή που αναδύεται από το βυθό, και νιώθει τα πνευμόνια του να ξεριζώνονται στην προσπάθεια να διώξει τον μολυσμένο αέρα. Αυτή την παρατήρηση την κάνω τώρα, εκ των υστέρων, όταν πιάνω τον εαυτό μου να εκβάλλει το ίδιο επιφώνημα, συνοδευμένο από τον ίδιο βαθύ αναστεναγμό χωρίς να υπάρχει φαινομενικά κανένας ειδικός λόγος ή το παραμικρό ίχνος οδύνης.»
Το αυτοβιογραφικό αυτό χρονικό του Νικηφόρου Βρετττάκου καλύπτει τα πρώτα πενήντα χρόνια της ζωής του, μέχρι το 1961, δηλαδή. Ένα κείμενο γλυκά και απλά εξομολογητικό, απ’ όπου αναδύεται με αδρές γραμμές το πορτρέτο του λάκωνα ποιητή, αλλά κυρίως του ανθρώπου Βρεττάκου.