Πριν η φυματίωση νικήσει οριστικά την Πολυδούρη, στα 28 της χρόνια, την οδηγεί στον «τόπο του θανάτου», όπως χαρακτήριζαν πολλοί το σανατόριο Σωτηρία στις αρχές του 20ου αιώνα. Ας δούμε λίγα στοιχεία για την αρρώστια την εποχή εκείνη, τους φυματικούς, αλλά και την ίδια την Πολυδούρη τον καιρό που νοσηλευόταν εκείΠαλιότερα ο λαός ονόμαζε «χτικιό» την αρρώστια. Για την αντιμετώπισή της οι ασθενείς χρειάζονταν καθαρό αέρα, καλή διατροφή, ξεκούραση. Διαμονή, δηλαδή, σε σανατόριο. Λίγοι, όμως, ήταν οι τυχεροί που ξέφευγαν το θάνατο. Μια επίσημη στατιστική δείχνει ότι το 42% των αρρώστων πεθαίνουν σε 15 το πολύ μέρες, το 25% φτάνει τους δυο μήνες και μόλις το 3-4% περνούν το χρόνο. Απελπισμένοι όσοι τους τύχαινε να έχουν φυματικό στο σπίτι, αναζητούσαν μ' αγωνία κρεβάτι σε κάποιο σανατόριο.

Στο βιβλίο του «Η Σωτηρία - τόπος μαρτυρίου των φθισικών», ο δημοσιογράφος Κώστας Στούρνας αποκάλυπτε την εφιαλτική κατάσταση που επικρατούσε στο πρώτο σανατόριο της χώρας, στο οποίο νοσηλεύονταν γύρω στις 5.000 άρρωστοι. «...Μια κατάρα βαραίνει από τον πόλεμο και δώθε προπαντός την Ελλάδα. Η φθίση. Νούμερα θανάτου που είναι τρομακτικά. Υγιεινολόγοι, γιατροί, εφημερίδες γράφουν για τον αφανισμό που συντελείται σε νέες ζωές. Σε 250.000 υπολογίζονται οι φυματικοί στην Ελλάδα. Σε 25.000 φτάνουν κάθε χρόνο αυτοί που πεθαίνουν από τη φοβερή αυτή αρρώστια».

Η φυματίωση, η φθίση, το χτικιό, υπήρξε μάστιγα για το πρώτο τουλάχιστον μισό του 20ού αιώνα, η δε «Σωτηρία» ως γκέτο, παραπάνω από μία δεκαετία, αρχής γενομένης από το 1922, ήταν ο τόπος των ζωντανών νεκρών. Σήμερα από εκείνη την εποχή έχουν απομείνει εκτός από τις φωτογραφίες, οι φιλολογικοί θρύλοι: η παρουσία στο θεραπευτήριο, επί τρία χρόνια, του Γιάννη Ρίτσου, η συνάντησή του με τη Μαρία Πολυδούρη και η τελευταία συνάντηση της ποιήτριας με τον Κώστα Καρυωτάκη, πριν αυτός αναχωρήσει για την Πρέβεζα.
Εχει μείνει ακόμα η «Σωτηρία» ως ο χώρος φυλάκισης των φυματικών πολιτικών κρατουμένων και για το ότι στην πίσω μάντρα της τουφεκίστηκαν πλήθος πατριωτών, μεταξύ των οποίων και ο Νίκος Μπελογιάννης, ακόμα και ως χώρος που το 1922, με τη μικρασιατική καταστροφή, 3.000 πρόσφυγες, φυματικοί ή όχι, κατέλυσαν εκεί δημιουργώντας ένα γκέτο.

Η περίοδος αυτή σημάδεψε με τα πιο μελανά χρώματα το νοσοκομείο, ιδιαίτερα τις συνθήκες διαβίωσης των ασθενών. Η «Σωτηρία» της εποχής εκείνης ήταν ένας περίεργος τόπος θανάτου όπου ο πόνος και η φρίκη βρίσκονταν κοντά με την αναρχία, την εγκληματικότητα και τη διαφθορά. Το 1927 όταν ο Ελληνορουμάνος λογοτέχνης Παναϊτ Ιστράτι, επισκέφθηκε το Νοσοκομείο, είπε ότι στην είσοδο του έπρεπε να αναρτηθεί η επιγραφή που υπήρχε στην πύλη της «Κόλασης» του Δάντη. «Εσείς, όσοι μπαίνετε, αφήστε κάθε ελπίδα»!
Εκεί, λοιπόν, θα νοσηλευτεί, μετά την επιστροφή της από το Παρίσι και η Μαρίκα Πολυδούρη. Και καταφέρνει να κάνει το δωματιάκι της τόπο συνάντησης διανοουμένων και καλλιτεχνών.« Την έβαλαν στην τρίτη θέση σ' ένα μικρό δωμάτιο που προοριζόταν για τους κατάκοιτους. [...] Το θλιβερό άγγελμα της αυτοκτονίας του Καρυωτάκη απ' την Πρέβεζα την έφερε στο χείλος του θανάτου, μαυροντύθηκε και χειροτέρεψε το υπόλοιπο της ζωής της [...].Το δωματιάκι αυτό το διακόσμησε με ποιητές όπως ο Μπάυρον, ο Μποντλέρ και άλλους. Τον Καρυωτάκη τον είχε στο κομοδίνο της. Το μικρό δωματιάκι μεταβλήθηκε σε σαλόνι ποιητών και λογίων.»
Πηγές:
http://www2.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?id=2799559&publDate=
http://www.8respiratory-sotiria.gr/index.php?section=674
http://sotiriaplan.blogspot.com/ http://photorama.ning.com/forum/topics/schhedio-soterhia-mnheme-kai?xg_source=activity




Άργησε, αλλά υποχρεώθηκε κάποτε να καταλάβει ότι οι άλλοι δεν ένιωθαν τον κόσμο όπως αυτή. Πολλές φορές τα είχε δώσει όλα σε καταστάσεις και είχε εισπράξει την καχυποψία τους και στο τέλος βγήκε και κατηγορούμενη. Η Μαρία ήταν η εξαίρεση και όλοι οι άλλοι ο κανόνας. Η μετριότητα πάντα,να το ξέρεις,είναι αμείλικτη με ό,τι προεξέχει. Η συνείδηση της διαφορετικότητάς της τής δημιούργησε ανασφάλεια. Θα πρέπει να σοκαρίστηκε πολύ κι ακόμα να φοβήθηκε μήπως εκείνη ήταν προβληματική ή, ακόμα σοβαρότερο, αμαρτωλή, επειδή δεν μπορούσε να περιορίσει τον έρωτά της μέσα σ'ένα σχήμα. Αυτή ήταν μία από τις ριζικές ενοχές της. Το ομολογεί και μόνη της."Τον αγαπώ...τον αγαπώ... Καμιά αμφιβολία πια! [...] Δεν μιλώ εν τούτοις. Υποφέρω και υποφέρει κι εκείνος. Αλλά έτσι πρέπει να γίνει. Πρέπει να υποφέρω[...] για να εξιλεωθώ." 










